Μ’ αφορμή την κρίσιμη σημερινή συνάντηση του Υπουργού Εργασίας, Κυριάκου Κούσιου με τους κοινωνικούς εταίρους, για το ζήτημα της θέσπισης του κατώτατου μισθού, επαναλαμβάνω τη θέση μου ότι ο κατώτατος μισθός είναι ένα πολύτιμο και επιβεβλημένο εργαλείο, ειδικά για περιόδους οικονομικών κρίσεων, όπως αυτή που βιώνουμε την τρέχουσα χρονική περίοδο.
Παράλληλα όμως, υποδεικνύω ότι ο κατώτατος μισθός πρέπει ν’ ανταποκρίνεται στις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες, γι’ αυτό και η πρότασή μου είναι όπως ο Εθνικός Κατώτατος Μισθός έχει την δυνατότητα ν’ αναπροσαρμόζεται, αναλόγως κοινά αποδεκτών κριτηρίων που καθορίζουν και χαρακτηρίζουν την εκάστοτε κατάσταση της οικονομίας. Σ’ αντίθετη περίπτωση ο κατώτατος μισθός θα χάσει τη σημασία του και θ’ αποτελέσει δώρον – άδωρον για τους πολίτες και ειδικότερα για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Ελπίζω και εύχομαι ότι η πρότασή μου θα τύχει θετικής ανταπόκρισης και υιοθέτησης, με μοναδικό γνώμονα την προστασία των δυσπραγούντων συμπολιτών μας. Καλώ την Κυβέρνηση να μην υποκύψει ακόμα μία φορά στα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα που υπηρετεί για εννίαμιση σχεδόν χρόνια, θέτοντας ως προτεραιότητα – έστω και την ύστατη στιγμή της θητείας της – την εξυπηρέτηση των συμφερόντων ολόκληρου του λαού και ιδιαίτερα των όσων έχουν ιδιαίτερη ανάγκη τον Εθνικό Κατώτατο Μισθό, και να μην περιοριστεί ξανά στην εξυπηρέτηση των προνομιούχων της ζωής.
Ο Εθνικός Κατώτατος Μισθός, αν και αποτελεί όπως έχω πει ένα βασικό οικονομικό γρανάζι, δεν μπορεί ως από μηχανής Θεός να λύσει τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η μεσαία τάξη και όσοι συμπολίτες μας βρίσκονται στα όρια της φτώχειας ή και κάτω από αυτά. Υπολείπονται ακόμα πολλά, τα οποία μπορούν να γίνουν πράξη από μία νέα φιλολαϊκή ηγεσία στον τόπο, καθώς η σημερινή διακυβέρνηση απέδειξε έμπρακτα αρκετές φορές, ότι δεν γνοιάζεται για τον απλό λαό παρά μόνο για τα μεγάλα συμφέροντα.